Φθιώτιδα-Φωκίδα: Ιστορική αναδρομή στην περιοχή (19ος-20ος αιώνας)


A’ Η ΦΘΙΩΤΙΔΑ

I. Η ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ

Η περιοχή της Φθιώτιδας ως μία περιοχή ακριτική για την εποχή θα βρεθεί ενδιάμεσα στην ελληνική και την οθωμανική διεκδίκηση. Οι Οθωμανοί θαεπιχειρήσουν για καθαρά οικονομικούς λόγους να διατηρήσουν μία περιοχή δυτικάτου Σπερχειού ποταμού. Η Φθιώτιδα αποτελούνταν από τρεις επαρχίες: την επαρχίαΛοκρίδας, την επαρχία Φθιώτιδας και την επαρχία Δομοκού. Η τελευταία επαρχίαδεν θα αποτελέσει κομμάτι της ελληνικής επικράτειας παρά μόνο μετά το 1881 οπότεαπελευθερώνεται μαζί με την περιοχή της Θεσσαλίας. Έτσι ο νομός τα σαράντα οχτώπρώτα χρόνια θα αποτελείται από δύο επαρχίες. Το 1830 όταν υπογράφηκε τοΠρωτόκολλο του Λονδίνου οι Οθωμανοί συνέχιζαν τα έχουν υπό την κυριαρχία τουςτο μεγαλύτερο μέρος της Φθιώτιδας. Το γεγονός αυτό οφειλόταν στο ότι τα ελληνικά σύνορα είχα χαραχτεί εσφαλμένα αφού οι εμπλεκόμενοι είχαν λάβει υπόψη τουςστοιχεία εσφαλμένου χάρτη. Η τάξη αποκαταστάθηκε με τη Συνθήκη τηςΚωνσταντινουπόλεως το 1831 και η ελληνική επικράτεια περιελάμβανε πλέον στιςτάξεις της και τη περιοχή δυτικά του Σπερχειού ποταμού για την οποία η κυβέρνησηαναγκάστηκε να καταβάλλει στην Οθωμανική Αυτοκρατορία το ποσό των δέκαεκατομμυρίων γροσίων.

1.Αρχικά ο νομός Φθιώτιδας θα ενταχθεί στον νομό «Φωκιδολοκρίδος» με τηνδιοικητική διαίρεση του 1833. Πρωτεύουσα του νομού θα είναι η πόλη της Άμφισσαςστη Φωκίδα ενώ η πόλη της Λαμία θα στεγάζει τη μία από τις δύο διοικήσεις του νομού. Για περίπου δέκα χρόνια θα λειτουργήσει και η υποδιοίκηση της Λοκρίδας μεέδρα την πόλη της Αταλάντης η οποία όμως καταργήθηκε το 1843. Η Φθιώτιδααποκτά πρωταγωνιστικό ρόλο πλέον έναντι της Φωκίδας από το 1845 οπότε ο νομόςμετονομάζεται σε νομό «Φθιώτιδας και Φωκίδας» και οι διοικητικές υπηρεσίες και ηέδρα του νομάρχη μεταφέρονται από την Άμφισσα στη Λαμία. Το 1899 ο νομόςδιαχωρίζεται σε δύο νομούς με τον «νομό Φθιώτιδας» να καταγράφεται για πρώτη φορά χωρίς την περιοχή της Φωκίδας έχοντας συμπεριλάβει όμως στις τάξεις του τηνπεριοχή του Δομοκού που την περίοδο 1881-1899 παρέμενε στη διοίκηση της νομαρχίας Λαρίσης. Όμως, ο διαχωρισμός των περιοχών αυτών δεν θα κρατήσειπαρά μόνο για δέκα χρόνια καθώς το 1909 θα επανασυσταθεί όπως ήταν πριν το1899. Την διετία 1909-1911 ο Δομοκός θα επιστρέψει τη διοίκηση Λαρίσης έως ότουαποτελέσει μόνιμη επαρχία πλέον της Φθιώτιδας το 1911. Το 1943 θα σταματήσειοριστικά η κοινή νομαρχιακή πορεία των περιοχών που εξετάζουμε και θα χωριστούν σχηματίζοντας τους νομούς όπως τους γνωρίζουμε σήμερα.

2. Όσον αφορά το εσωτερικό του νομού οι κυριότερες μεταβολές αφορούν δήμουςπου μεταφέρονται από έναν άλλο νομό πιθανότατα της Βοιωτίας ή της Λαρίσης όπωςείδαμε στην περίπτωση της επαρχίας Δομοκού. Ο νομός θα οριστικοποιήσει τα όριάτου το 1950 οπότε η περιοχή του Δομοκού θα προσαρτήσει ορισμένες κοινότητεςπου μέχρι τότε άνηκαν στον νομό Καρδίτσας. Οι επαρχίες του νομού Φθιώτιδαςλοιπόν θα είναι η ομώνυμη με τον νομό επαρχία που θα έχει πρωτεύουσα τη Λαμία, ηεπαρχία Δομοκού με πρωτεύουσα την ομώνυμη πόλη και η επαρχία της Λοκρίδας μεπρωτεύουσα την πόλη της Αταλάντης.

3.Μία πόλη ή ένα χωριό ξεχωρίζει από το άλλο για κάποιους συγκεκριμένουςλόγους. Στην ιστορία η διαφορά αυτή μπορεί να εντοπιστεί μέσα από την διάρθρωσητων διοικητικών υπηρεσιών. Τέτοιες κατά κύριο λόγο είναι οι διάφορες διοικήσειςκαι οι δικαστικές αρχές που εγκαθίστανται στην περιοχή. Το πρωτοδικείο της Λαμίαςθα δημιουργηθεί για πρώτη φορά το 1847 όταν πλέον έδρα του νομού θα είναι ηπόλη. Όμως εκτός από το πρωτοδικείο της πρωτεύουσας θα υπάρξουν καιειρηνοδικεία, που βρίσκονται όχι μόνο στην Λαμία αλλά και σε άλλες μικρότερες. Το1836 ειρηνοδικεία διαθέτουν η Αταλάντη και η Υπάτη. Το 1867 θα αποκτήσει ηΣτυλίδα ειρηνοδικείο ενώ το 1868 οι δήμοι Δρυμίας και Ελάτειας με τη σειρά τους θαγίνουν έδρες ειρηνοδικείων. Στην περιοχή του Δομοκού όπως ήταν λογικόειρηνοδικείο θα δημιουργηθεί μετα την απελευθέρωση της περιοχής το 1881. Επίσηςαξίζει να αναφέρουμε ότι το 1895 στη Λαμία θα ιδρυθεί το «ίδιον γραφείονΥποθηκών κατά την περιφέρειαν ειρηνοδικείου Λαμίας» που θα είναι η πρώιμημορφή του υποθηκοφυλακείου όπως το ξέρουμε σήμερα.

4.Συμπεραίνουμε λοιπόν ότιο νομός έφτασε σε ένα ικανό σημείο εξέλιξης στα τέλη του 19

ου αιώνα οπότε γίνεταιμία προσπάθεια ακόμα και καταγραφής περιουσιών σε μία εποχή που κάθε τέτοιασκέψη θεωρούνταν καινοτόμα και μεταρρυθμιστική.Για να παρακολουθήσουμε τώρα τον χωρισμό των δήμων και τον πληθυσμό πουκατανέμεται στον καθένα πρέπει να καταλάβουμε τον χωρισμό των δήμων της εποχήςσε τρεις τάξεις. Το ελληνικό κράτος θεωρούσε ως δήμο πρώτης τάξης αυτόν που οπληθυσμός του ξεπερνούσε τις δέκα χιλιάδες κατοίκους. Ως δήμος δεύτερης τάξης υπολογιζόταν το συγκρότημα πόλεων και χωριών που ο πληθυσμός τους κυμαινόταναπό δύο έως δέκα χιλιάδες κατοίκους και ως δήμος τρίτης τάξεως θεωρούνταν αυτόςπου ο πληθυσμός του δεν ξεπερνούσε τις δύο χιλιάδες κόσμο. Το 1840 με βασιλικήαπόφαση οι δεκαπέντε δήμοι της επαρχίας Φθιώτιδας θα συγχωνευτούν σε οκτώ, τουςμισούς περίπου ενώ η Λοκρίδα θα μείνει όπως ήταν πριν, έχοντας τώρα τους ίδιουςδήμους με τη Φθιώτιδα. Σημειώνουμε για μία ακόμη φορά ότι επειδή η επαρχίαΔομοκού προσαρτήθηκε στην ελληνική επικράτεια το 1881, η διοικητική της



διαίρεση σε δήμους έγινε μεταγενέστερα από τις άλλες επαρχίες, το 1883 καιχωρίστηκε σε τρεις δήμους.

5.Ας ξεκινήσουμε λοιπόν τη δική μας περιήγηση στους δήμους και τα χωριά πουτους απαρτίζουν. Ο δήμος Λαμίας θα είναι ο μεγαλύτερος δήμος του νομού, όμως δενθα έχει πληθυσμό άνω των δέκα χιλιάδων κατοίκων καθώς παρουσιάζεται ως δήμοςβ’ τάξεως το 1840. Τα χωριά που απαρτίζουν τον δήμο Λαμίας θα είναι τοΣαρμουσακλή, η Μεγάλη Βρύση, το Λιμογάρδι, το Παλιοχώρι, η Δίβρη, τοΜακρολείβαδον, το Δερβέν Φούρκα, οι Τσοπανλάταις, η Δαϊτσιά, το Μπεκί, ταΚαλύβια, το Κόμμα, το Ιμπίρμπεη, η Αλαμάνα και η Ταράτσα. Η παρατήρησή μας σεαυτό το σημείο στέκεται στην ρίζα πολλών ονομάτων των χωριών από τηνοθωμανική παράδοση, φαινόμενο λογικό αφού οι οικισμοί αυτοί βρίσκονταν γιααιώνες κάτω από ξένη κυριαρχία ενώ μετρούσαν μόνο μία δεκαετία ως μέλη τηςελληνικής επικράτειας.

6.Επιπλέον ο δήμος Φαλάρων με πρωτεύουσα την πόλη της Στυλίδας θα είναι όπωςκαι ο αντίστοιχο της Λαμίας Β’ τάξεως. Τα χωριά που υπάγονται στον δήμο αυτόν θαείναι ο Αχινός, τα Σπαρτιά, το Τσερνοβίτι, η Νίκοβα, η Νεράιδα, το Λογγίτσιον, τοΑυλάκιον και η Αγία Μαρίνα.

7.Ο δήμος Κρεμαστής Λαρίσης βρισκόταν στο νοτιοδυτικό άκρο της επαρχίαςΦθιώτιδας. Ως πρωτεύουσα του δήμου αναφέρεται το χωριό Γαρδίκι που στησλαβική γλώσσα σημαίνει το σταυροδρόμι που κρίνεται ιδανικό για την εγκατάστασημηχανισμού συλλογής φόρων. Η αρχαία ονομασία του χωριού ήταν Πελασγία. Τονδήμο που είναι γ’ τάξεως δήμος πλαισιώνουν τα χωριά Βλύχα (Γλύφα), Σουβάλα,Βελέσι, Μαχαλάς, Αγνάντι και Μέλσι. Το χωριό Μέλσι κανονικά και σήμερα ακόμαέχει την ονομασία Μύλοι. Πρωτοκαταχωρήθηκε με αυτό το όνομα είτε λόγω τηςιδιαίτερης προφοράς από τους κατοίκους της λέξης μύλος (μυλς-μέλσι) και τηςκαταγραφής της από κρατικό αξιωματούχο είτε εξαιτίας τυπογραφικού λάθους.

8.Ο δήμος Υπάτης, γνωστός για τα ιαματικά λουτρά του θα αποτελέσει β’ τάξεωςδήμο αφού συγχωνεύθηκε με τον δήμο Καλλίων μετά τη διοικητική μεταρρύθμισητου 1840. Στην διοίκησή του περιελάμβανε τα χωριά Βουγόμηλος (Αργυροχώριον),Λάλα, Συκά, Βασιλικά, Καρυά, Λιχνόν, Λιάσκοβον, Μάντιτσι, Σμόκοβον, Καστανιά, Νεοχώριον, Ανατολή και Δάφνη. Τα τρία τελευταία χωριά προέρχονται από τηδιάλυση του δήμου Καλλίων.

9.Φτάνουμε στον δυτικότερο δήμο του νομού Φθιώτιδας, τον δήμο Τυμφρηστού πουαποτελεί σύνορο του νομού με την περιοχή της Ευρυτανίας. Αποτελώντας δήμο γ’τάξεως ο δήμος Τυμφρηστού θα έχει δύο πρωτεύουσες. Από το 1836 έως το 1840πρωτεύουσά του θα είναι το χωριό Μαυρίλο. Στο διάστημα από το 1840 έως το 1912πρωτεύουσα του νομού γίνεται το χωριό Μερκάδα για να επιστρέψει η δημαρχιακήδιοίκηση στην θέση που βρισκόταν πριν το 1840. Τα χωριά που απαρτίζουν τονσυγκεκριμένο δήμο θα είναι το Νεοχώριον, η Κάψη, το Μουτζουράκι, τα Λουγκάνια,η Ζιόψη, το Πίτσου, η Ζημιανή, η Περίλευτή, τα Πετσωτά, και το Παλαιόκαστρον.

10.Συνεχίζουμε την πορεία μας στην επαρχία της Φθιώτιδας με τον δήμοΜακρακώμης, με συνολικό πληθυσμό κάτω από δύο χιλιάδες κατοίκους το 1840 πουόμως θα ξεπεράσει τον προαναφερθέντα αριθμό μέχρι το 1869 οπότε ο δήμος θαπροαχθεί σε β’ τάξεως. Επίσης, στην διοικητική μεταρρύθμιση του 1840 θα συγχωνευθεί με τον δήμο Παραχελωϊτίδος. Πρωτεύουσα θα είναι το Βαρυμπόπι, πουμεταγενέστερα μετονομάστηκε σε Μακρακώμη. Τα χωριά που αποτελούν οργανικόμέρος του δήμου θα είναι το Ροβολιάρι, το Λιτότσελον, τα Σκόρλια, η Τσούκα, τοΠλατύστομον, η Γιαννιτσού, το Ασβέστι, το Κούρνοβον (Τρίλοφον), το Αρχάνι, ηΓραμμένη Ράχη, το Καστρί, η Μάκρυσις (Μάκρη), Λιανοκλάδι, Στίρφακα, ΔερβένΚαρυά (Μοσχοκαρυά), Αμούρι και Ζέλι (Ζηλευτόν).Επιπλέον αξίζει να αναφερθούμεκαι στον δήμο Σπερχειάδας. Με πρωτεύουσα την Αγά (μετέπειτα Σπερχειάδα), οδήμος θα πάρει το όνομα μίας περιοχής που εκτείνεται κατά μήκος του ομώνυμουποταμού. Τα χωριά που βρίσκονται στα όριά του δήμου είναι το Χαλίλη, το Κλωνί,τα Παλαιόβραχα, η Φτέρη, η Καμπιά, το Γαρδίκι, τα Στάγια, το Κυριακοχώρι, το Νικολίτσι, τα Αργύρια, η Κολοκυθιά, η Σέλιανη, η Μπρούφλιανη, το Γυφτοχώρι, ηΚαλλιγά και τα Κουφόδενδρα.

11.Θα κλείσουμε τις αναφορές μας στον χωρισμό σε δήμους της επαρχίας Φθιώτιδαςμε τον δήμο Ηρακλειωτών. Αποτελώντας δήμο γ’ τάξεως συναντούμε για πρώτηφορά σε αυτόν τον δήμο το φαινόμενο της θερινής και της χειμερινής πρωτεύουσας. Έως το 1864 έδρα του δήμου ήταν το χωριό Μοσχοχώριον, μετά την χρονιά αυτή ηέδρα μεταφέρθηκε στο χωριό Αλπόσπητα για ένα μικρό χρονικό διάστημα εώς ότου να αποτελεί πρωτεύουσα τη θερινή περίοδο το Μοσχοχώριον και την θερινή ταΑλπόσπητα. Πιθανή αιτία αυτής της διάκρισης θεωρείται η αδυναμία προσέγγισηςτης πολυπληθέστερης περιοχής κατά την χειμερινή περίοδο λόγω της κακοκαιρίας. Όσον αφορά το χωριό Αλπόσπητα, αυτό είναι εξέλιξη του οικισμού Αλπωνόσπιταπου αρχικά ονομάζονταν απλά σπίτια του Άλπωνος. Τα χωριά που υπάγονται στοδήμο Ηρακλειωτών ήταν το Φραντσίον, το γνωστό σήμερα λόγω μίαςσυγκλονιστικής υπόθεσης του 1978 Κωσταλέξι, οι Κομποτάδαις, τα Δύο Βουνά, τοΔέλφινον, οι Βαρδάταις, η Δρακοσπηλιά, το Ελευθεροχώρι, ο Προυκοβένικος, τοΜουσταφάμπεϊ, η Δαμάστα, η Παύλιανη, το Γαρδικάκι, το Σκληθράκι και τοΚουμαρίτσι.

12.Μετά την Φθιώτιδα, νοτιότερα βρίσκεται η περιοχή της Λοκρίδας που συνορεύειμε τον νομό Αττικής και Βοιωτίας στο νότο, με την επαρχία της Παρνασσίδας, του νομού Φωκίδας στα δυτικά και με το νησί της Εύβοιας στα ανατολικά. Πολλέςπεριοχές της Λοκρίδας αρχικά αποτέλεσαν μάλιστα μέρος της Αττικοβοιωτικής νομαρχίας. Ο δήμος που περιλαμβάνει την πρωτεύουσα της επαρχίας, θα είναι οδήμος Αταλάντης. Με πρωτεύουσα την ομώνυμη πόλη θα σχηματιστεί ένα σύνολοπόλεων και χωριών που δεν θα ξεπερνά το πληθυσμιακό όριο που χρειάζεται για ναδημιουργηθεί ένας δήμος β’ τάξης. Τα χωριά που αποτελούν μέρος του είναι η ΣκάλαΑταλάντης, η Νήσος Αταλάντης, το Κυπαρίσσι, την Κόλακα, τον Έξαρχο, τηΣκεντέραγα, τις Δρίσπαι (Δρούσκος), το Μπόγδανον, τη Γαρδένιτζα και τα Μούλκια.Τα δύο τελευταία χωριά που αναφέρουμε καταστράφηκαν με τον μεγάλο σεισμό του1894 και οι κάτοικοί τους μετοίκησαν στο Κυπαρίσσι. Το 1861 με μία νέα διοικητικήμεταρρύθμιση τα χωριά του δήμου διαμορφώνονται ως εξής: Δρίσπεϊ (ΆγιοςΒλάσιος) Έξαρχος, Νικολάκα, Κυπαρίσσι, Σκεντέραγα, Ζέλιον και Καλαπόδιον.

13.Ακόμα δύο δήμοι που αποτελούν μέρος της επαρχίας Λοκριδας είναι αυτοί τωνΔαφνησίων και της Ελάτειας. Τρίτης τάξεως και οι δύο (ο δήμος Ελάτειας το 1873 θαδιασπαστεί σε δύο δήμους Τιθωρέας και Ελάτειας, οπότε θα χαρακτηριστούν και οιδύο ως δήμοι β’ τάξεως) θα έχουν πρωτεύουσα τις Λιβανάτες και το χωριό Δραχμάνι(που αργότερα μετονομάστηκε σε Ελάτεια). Τα χωριά του δήμου Δαφνησίων το 1861

θα είναι το Μελιδόνι, ο Λόγγος, η Ευλογία, ο Μέγας Κωνσταντίνος, το Νεοχώριον, οΆγιος Αθανάσιος, η Τατταλή, το Γουλέμι, η Αρκίτσα και το Δημητράκι. Από τηνάλλη πλευρά ο δήμος Ελάτειας θα περιλαμβάνει τα χωριά Μόδι, Σουλέμπεϊ,Τουρκοχώρι, Σφάκα, Δόριζα, Μάνεσι, Μπέλεσι, Μωραλή, Χούμπαβ, Αλισάχου,Λεύτα, Βάλτεσι, Ζέλι και Καλαπόδι (τα δύο τελευταία έως το 1861).

14.Ανάμεσα στους προαναφερθέντες δήμους βρίσκεται ο δήμος Θρονίου.Πρωτεύουσά του ήταν το Καινούργιον νεοιδρυθέν από κατοίκους που εγκατέλειψαντο χωριό Παλαιοχώρι εξαιτίας της έξαρσης της ελονοσίας. Έδρα του δήμου από το1887 όμως είναι το χωριό Ρεγγίνιον. Παράλληλα την περίοδο 1856-1887 οι δημοτικέςαρχές μεταφέρονται στο Θρόνιον. Τα χωριά που απάρτιζαν τον δήμο ήταν οιΔερβισάδες, το Ρωμάνι, η Μουρτίτσα, το Πικράκι, η Κόμνινα, το Χάρμα, τοΚαθάρεσι και η Καρυά το 1840. Μετά το 1856 όμως διαμορφώνονται ως εξής:Καινούργιον, Δερβισάδες, Κόμνηνα, Ρεγγίνιον, Θρόνιον, Χάρμα, Καθαραίς,Ανιβίτσα και Καρυά.

15.Προχωρούμε σε έναν ιστορικό σε όνομα δήμο των δήμο Θερμοπυλών. Από το1840 και για επτά χρόνια θα είναι συγχωνευμένος με τον δήμο Δρυμίας. Πρωτεύουσαμέχρι το 1847 θα είναι το χωριό Μενδενίτσα, ενώ μετά τη χρονιά αυτή η έδρα τουδήμου μεταφέρεται στο χωριό Μώλος. Από το 1847 και έπειτα τα οικιστικά σύνολαπου εντάσσονται στα όρια των Θερμοπυλών θα είναι εκτός από τον Μώλο και τηνΜενδενίτσα, η Αντίρρα, τα Καραβίδια, οι Λιαπάτες , οι Κατμάταις και το Ρηντσέρι.

16.Συνεχίζοντας εντοπίζουμε τον δήμο Λαρύμνης. Τα διαστήματα 1840-1857 και1872-1911 η έδρα του δήμου θα βρίσκεται στο Μαρτίνο, ενώ στο διάστημα πουπαρεμβάλλεται πρωτεύουσα είναι το χωριό Προσκυνά. Τα χωριά μέχρι το 1857 θαείναι, εκτός από τα δύο προαναφερθέντα, το Λούτζι το Παύλον, το Ράδον, το Μάζι,και η Μαλεσίνα, ενώ μεταγενέστερα διαμορφώνονται σε μόλις επτά: το Μαρτίνο, τηνΠροσκυνά, τη Λάρυμνα, το Μάζι, τη Μαλεσίνα και τον Παύλον και το Ράδον.

17.Δύο δήμοι που σήμερά έχουν ενοποιηθεί και κατά τη διάρκεια της ιστορικής τουςεξέλιξης ακολούθησαν κοινή πορεία ήταν οι δήμοι Τιθωρέας και Δρυμίας. Αρχικάκαι οι δύο ενταγμένοι στη νομαρχιακή διοίκηση της Αττικής και της Βοιωτίας και τηνεπαρχεία Λεβαδείας από την διοικητική διαίρεση του 1833 μέχρι την πρώτηδιοικητική μεταρρύθμιση του 1840. Ο Δήμος Τιθωρέας μετά την υπαγωγή του στο νομό Φθιώτιδας και την επαρχία Λοκρίδας θα αποτελέσει τμήμα του δήμου Ελάτειαςμέχρι να αποσπαστεί το 1873. Έδρα του δήμου αποτέλεσε το χωριό Βελίτσα. Τα υπόλοιπα χωριά που υπάγονται στη δημοτική αρχή θα είναι η Αγία Μαρίνα, τοΜόδιον, τα Καλύβια Βελίτσας που μετονομάστηκαν σε Κηφισσοχώρι και αργότερασε Κάτω Τιθωρέα και τα Καλύβια Αγίας Μαρίνης που μετονομάστηκαν σε ΑγίαΠαρασκευή. Παράλληλη πορεία ακολουθεί και ο δήμος Δρυμίας. Μετά την ένταξήτου στην Φθιώτιδα θα ενταχθεί στον δήμο Θερμοπυλών αλλά δεν θα παραμείνειοργανικό κομμάτι του παρά μόνο για μία επταετία. Το 1847 θα αποσπαστείσχηματίζοντας δική του δημοτική αρχή. Πρωτεύουσά του θα είναι το χωριό Δαδίονπου θα μετονομαστεί αργότερα στον 20

ο αιώνα σε Αμφίκλεια. Τα χωριά πουαποτελούν τον δήμο εκτός αυτού στο οποίο βρίσκεται η έδρα του θα είναι μόλις τρία:η Γλούνιτσα (Γλούνιστα), η Δερνίτσα και η Ξυλιανή (Ξυλικοί).

18.Τέλος μας έμεινε η επαρχία που «στέκεται στην σκιά» των άλλων δύο εξαιτίας τηςσαραντάχρονης απουσίας της από την ελληνική επικράτεια σε σχέση με τις άλλες δύο Φθιωτικές επαρχίες, η επαρχία του Δομοκού. Αυτό η ιδιαιτερότητα του Δομοκού θαφανεί σε πολλά από τα ονόματα των χωριών της επαρχίας που έχουν οθωμανική ρίζα.Ο δήμος Θαυμακών που θα αποτελέσει δήμο β’ τάξεως το 1883 θα έχει έδρα του τονΔομοκό που θα πλαισιώνεται από τη Σκαρμίτσα (Θαύμακον), Πουρνάρι, Τσιφλικάκι,Λεύκα, Γερακλί, Βούζι, Βελεσιώται, Αγόριανη, Τσιφλάρι (Σοφιάδα), Τσιόμπα,Μπεκρηλέρ, Βαρδάλι, Γιακαρόμπα (Αγραπιδιά), Κρολόμπα και Αϊδομουσλί. Έχονταςτρεις δήμους η επαρχία του Δομοκού οι υπόλοιποι δύο που θα μας απασχολήσουν θαείναι αυτός της Ξυνιάδος και της Μελιταίας. Η δήμος Ξυνιάδος, χαρακτηρισμένος ωςτρίτης τάξεως θα έχει πρωτεύουσα την Ομβριακή και τα οικιστικά σύνολα που θα τηνσυμπληρώνουν θα είναι το Δερβέν, το Δαουκλή (Ξυνιάδα), το Ζαπάτι(Μηλιόκαμπος), το Δερελή (Περιβόλιον), η Παναγιά και το Αλχανί.Ολοκληρώνοντας ο δήμος Μελιταίας θα έχει πρωτεύουσα το χωριό της Αβαρίτσαςπου μεταγενέστερα θα πάρει το όνομα της δημοτικής αρχής (Μελιταία). Τα χωριάπου πλαισιώνουν τον δήμο ήταν η Χιλιαδού, το Νεοχώρι, το Καραχασάν (Σχισμάδα)ηΜαντασιά, η Αλήφακα (Καρυαί), το Δραχάνι (Πολυδένριον), η Δραμάλα(Μακρολείβαδον) και ο Παλαμάς.

II. Η ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Όπως είναι λογικό την μεγαλύτερη προσοχή των ερευνητών στην περιοχή τηςΦθιώτιδας έχει προσελκύσει η πόλη της Λαμίας. Ο Γάλλος αρχαιολόγος Deschampsστην περιήγησή του στη Στερεά Ελλάδα θα κάνει ειδική αναφορά στη Λαμία. Η πόληείναι περιτριγυρισμένη από τα όρη Οίτη, Τυμφρηστός και Καλλίδρομος. Κοντά τηςσχετικά βρίσκεται ο Σπερχειός ποταμός με ικανοποιητική βλάστηση που όμως σεμερικά σημεία του δεν είναι τίποτα παραπάνω από ένα έλος που προκαλείπροβλήματα για τη δημόσια υγεία. Προχωρώντας όμως στο εσωτερικό της πόλης οDeschamps θα μείνει έκπληκτος με την εικόνα που θα αντικρίσει. Η πόλη ήτανρυμοτομημένη με πολύ σύγχρονο τρόπο για τα δεδομένα της εποχής. Οι δρόμοι τιςήταν τετράγωνα σχεδιασμένοι. Επιπλέον αυτό που μας κάνει ιδιαίτερη εντύπωση στηΛαμία του 1890 είναι η ανοικοδόμηση που συνίσταται στην πόλη. Οι άνθρωποιχτίζουν καθημερινά και η εξέλιξη στην πρωτεύουσα της Φθιώτιδας προχωρούσεγρηγορότερα όσο ποτέ προγενέστερα. Λίγα στοιχεία που λαμβάνουμε ακόμα για τηνκοινωνία της πόλης είναι η χρήση της εθνικής ενδυμασίας από τους πιο εύπορους. Οπεριηγητής συναντά μία Λαμία ανέμελη, μία πόλη που οι κάτοικοί της όταν δεν έχουν να ασχοληθούν με την εργασία τους, γυρνούν στα καφενεία της εποχής και περνούευχάριστα στον χρόνο τους τρώγοντας αρνί με ρύζι και πίνοντας ρακή.


Ακόμα καιτο φαγητό που περιγράφει ο Deschamps μας δίνει μία εικόνα της αγροτικής περιοχήςτης Λαμίας αφού η περιοχή είναι γνωστή για το ρύζι που παράγει μέχρι και πολύμεταγενέστερα, ενώ το αρνί είναι το κύριο κτηνοτροφικό προϊόν της περιοχής.Ειδική αναφορά όμως όσον αφορά τον αγροτικό χώρο και την κοινωνία τηςπεριοχής είναι αναγκαίο να κάνουμε στην ευρύτερη περιοχή του Σπερχειού ποταμού.Η περιοχή του Σπερχειού μερικώς ορεινή στην αρχή του ποταμού χαρακτηρίζεταιαπό φυσικό κάλλος. Ο ποταμός στη συνέχεια διασχίζει έναν μικρό κάμπο και χύνεταιστον Μαλιακό κόλπο. Το ποτάμι αυτό ονομάστηκε ποτάμι της Ελλάδας αρχικά γιατίαποτέλεσε ένα από τα σημαντικότερα ποτάμια της χώρας λόγω του ότι αποτελούσε


και μήλον της Έριδος για το ελληνικό βασίλειο και την οθωμανική αυτοκρατορίαμέχρι της οριστική υπαγωγή της ευρύτερης περιοχής του στο ελληνικό κράτος.

Όμως η συγκεκριμένη περιοχή είχε και αρκετά προβλήματα δημιουργήσει στουςκατοίκους της. Ο ποταμός το καλοκαίρι ειδικά, όταν τα νερά του μένουν στάσιμαπροκαλεί εκτεταμένους θανάτους που σύμφωνα με τη διήγηση του Deschampsοφείλονται στον πυρετό. Χωρίς να έχουμε στοιχεία για την ασθένεια αυτή υποθέτουμε πως ήταν ελονοσία εξαιτίας του συμπτώματος του πυρετού και τηςεποχής που βρισκόταν σε έξαρση. Από την άλλη πλευρά η κατάσταση στην περιοχήδεν είναι καλύτερη και το χειμώνα. Το ποτάμι ξεχειλίζει με αποτέλεσμα πολλέςπεριουσίες που βρίσκονται κοντά του να καταστρέφονται λόγω της πλημμύρας. Οιπληθυσμοί αυτοί αναπόφευκτα μεταναστεύουν με κύριο προορισμό τη πόλη τηςΛαμίας. Όσον αφορά την πολιτική της κυβέρνησης για την αντιμετώπιση τουπροβλήματος και την προστασία των παρόχθιων ιδιοκτητών αυτή δεν θα σχεδόνανύπαρκτη. Οι ιδιοκτήτες θα καλούνται θα κατασκευάζουν φράγματα επιδοτούμεναμόνο κατά το ένα τρίτο από το κράτος. Αυτό θα έχει ως συνέπεια την κατασκευήπρόχειρών φραγμάτων που κατέρρεαν εύκολα αφού οι αγρότες της περιοχής δεν ήτανικανοί να σπαταλήσουν τα απαραίτητα χρήματα για την βελτίωση του προβλήματοςτης περιοχής.

Επιστρέφοντας στην ευρύτερη περιοχή της Λαμίας διαπιστώνουμε ότιπροεπαναστατικά το μορφωτικό επίπεδο των κατοίκων ήταν πολύ χαμηλό. Παρόλααυτά η ανάπτυξη της περιοχής είναι ιδιαίτερα εφικτή καθώς υπάρχουν φυσικά νεράστην μικρή πεδιάδα μεταξύ της πρωτεύουσας και της Στυλίδας που επιτρέπουν τηνκαλλιέργεια ρυζιού, σιταριού αλλά ακόμα και βάμβακος σε ικανοποιητικέςποσότητες.

Η περιοχή της Υπάτης, διάσημη για τις θερμές πηγές της θα μας απασχολήσει στησυνέχεια. Παρότι η περιοχή αυτή ανέπτυξε τουριστική κίνηση στο β’ μισό του 20 ου αιώνα, ωστόσο κατά στα τέλη του 19ου

αιώνα παρουσιαζόταν ως μία φτωχή και«άρρωστη» πόλη. Οι κάτοικοι ζούσαν ως επί το πλείστον σε παραπήγματα και ηζέστη ειδικά τον μήνα Ιούλιο μετέτρεπε την ατμόσφαιρα σε αποπνικτική. Το βράδυ,όταν ο καιρός γινόταν περισσότερο δροσερός σχεδόν όλοι οι κάτοικοι έβγαιναν απότα σπίτια τους για να δροσιστούν και να αναπνεύσουν όσο πιο ψυχρό αέρα γίνεται.Εντύπωση όμως θα μας κάνει η εικόνα της ρωσικής βασιλικής οικογένειας πουσυνάντησε ο Deschamps στο καφενείου της περιοχής. Η Υπάτη εκείνη την εποχήδιέθετε απόσπασμα της χωροφυλακής και του πεζικού που πιθανώςχρησιμοποιούνταν για την απόκρουση ληστρικών επιθέσεων, αν και την εποχή εκείνηη ληστρική δράση βρισκόταν σε ύφεση όπως γνωρίζουμε από άλλες πηγές. Επιπλέονο Γάλλος περιηγητής θα παρουσιάσει τους θανάτους από την ζέστη και τηναποπνικτική ατμόσφαιρα ως καθημερινό φαινόμενο της πόλης γύρω στο 1890.

Αλλάζοντας κατεύθυνση θα ήταν καλό να αναφερθούμε στον ρόλο της γυναίκας. Όπως ήταν αναμενόμενο εκείνη την εποχή η γυναίκα αντιμετωπίζεται ως μίαιδιοκτησία του άνδρα είτε αυτό είχε τον ρόλο του πατέρα, είτε του αδερφού, είτε τουσυζύγου. Οι πληροφορίες μας δίνονται από τα έγγραφα της εποχής οπότε η γυναίκαστα προικώα συμβόλαια δεν αναφέρεται με το επίθετό της αλλά με στη θέση του έμπαινε ένας τίτλος όπως «παραπαίδα», «ψυχοκόρη», «ψυχοπαίδα» και«ψυχοθυγατέρα» και δίπλα σε αυτόν το μικρό όνομα του πατέρα (π.χ. Μαρίαψυχοκόρη του Ιωάννη). Αντίθετα ο άνδρας στο συγκεκριμένο συμβόλαιο αναφέρεταικανονικά με το πλήρες ονοματεπώνυμό του. Επίσης, ο τίτλος που χαρακτηρίζει μίαγυναίκα που βρισκόταν υπό την προστασία του αδελφού της ήταν «ανδράδελφη» ή«αυτάδελφη». Τα στοιχεία αυτά να αντλούμε από την δεκαετία του 1830.

Κλείνοντας το υποκεφάλαιό μας οφείλουμε να κάνουμε μία αναφορά στηδημογραφική εξέλιξη του νομού από την αρχή της Επανάστασης του 1821 μέχρι τατέλη του 19ου αιώνα. Στις αρχές της εξέγερσης ο πληθυσμός της Φθιώτιδας ήταν47.408 κάτοικοι. Με το τέλος της όμως ο αριθμός τους μειώνεται σε 29.232. Μέχτι το1855 τα δημογραφικά μεγέθη θα έχουν επανέλθει στα προεπαναστατικά επίπεδα,καθώς ο νομός θα έχει πληθυσμό 46.202 κατοίκους. Στην απογραφή του 1861 οπληθυσμός θα είναι ίδιος περίπου με του 1855 όπως είχε καταγραφεί τότε στηνΕφημερίδα της Κυβερνήσεως. Η μεγάλη δημογραφική έκρηξη θα συντελεστεί τηνπερίοδο 1861-1928 οπότε η αύξηση του πληθυσμού θα ανέλθει σε ποσοστό 142%,δηλαδή θα υπερδιπλασιαστεί. Η αύξηση αυτή οφειλόταν κυρίως στην καταγραφή τηςεπαρχίας Δομοκού μετά το 1899 ως περιοχής της Φθιώτιδας και εξαιτίας τηςσταδιακής καταγραφής του πληθυσμού των μοναστικών κοινοτήτων.

Τελειώνοντας, αξίζει να αναφερθούμε στην εξέλιξη του νομού όσον αφοράκάποιες σημαντικές υπηρεσίες που αναπτύχθηκαν τον 20ο αιώνα. Το 1938 ιδρύεται τοΓενικό Νοσοκομείο Λαμίας, ενώ ένα χρόνο πριν ιδρύεται το Ταμείο Γεωργίας,Κτηνοτροφίας και Δασών. Ακόμα νωρίτερα, το 1935 ιδρύεται ο ΟργανισμόςΒάμβακος και αυτός στη Λαμία. Παρατηρούμε λοιπόν ότι οι μεγάλες απόπειρεςεξέλιξης της περιοχής εντοπίζονται στη δεκαετία του 1930. Μεταπολεμικά η πόλη θααποκτήσει Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο το 1947 μαζί με δύο υποκαταστήματα του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Τέλος. Το 1948αναφέρεται η ίδρυση της Παιδαγωγικής Ακαδημία Λαμίας (ο νομός αποκτά ανώτατοεκπαιδευτικό ίδρυμα) και η ίδρυση του σανατορίου Λαμίας το 1951.

Διαπιστώνουμελοιπόν ότι στην εικοσαετία 1930-1950 παρότι μεσολαβεί ένας μεγάλος πόλεμος και ητριπλή κατοχή της χώρας η Φθιώτιδα αρχίζει να κάνει μεγαλύτερα βήματα ανάπτυξηςαπό ότι παλαιότερα.

III. Η ΛΗΣΤΕΙΑ

Η ληστεία στην μετεπαναστατική Ελλάδα είναι ένα γεγονός που ξεκινά από τηνεποχή του Καποδίστρια το 1828 και οφείλεται κυρίως στον θεσμό του κλέφτη-αρματολού που υπήρχε πριν την Επανάσταση. Το φαινόμενο όμως αυτό θα ενταθείμετά το 1883 οπότε οι Βαυαροί θα διαλύσουν τους άτακτους στρατούς τηςΕπανάστασης αφήνοντας πέντε χιλιάδες οπλίτες χωρίς εργασία και χωρίς κάποιοπροσανατολισμό ως προς την απασχόληση. Παράλληλα η διαμόρφωση τωνελληνικών συνόρων όπως αυτή έγινε, συμπίεσε πολλούς ληστές της Θεσσαλίας, οιοποίοι μετοίκησαν στην περιοχή της Φθιώτιδας που θεωρούνταν παραμεθόριος καιαναπτύσσοντας τη δράση τους. Το πρώτο διάστημα οι ληστές της περιοχής θαλυμαίνονται περιουσίες και της οθωμανικής αλλά και της ελληνικής επικράτειαςκαταφεύγοντας σε διαφορετικό έδαφος από αυτό που επιτίθονταν. Μπορεί οι ληστές

να θεωρούνταν στην λαϊκή συνείδηση ως κάτι υψηλό, ως η φυσική συνέχιση τωνηρώων της Τουρκοκρατίας κλεφτών, όμως η κατάσταση αυτή ήταν κάτι που δενμπορούσε να δεχτεί το νεοιδρυθέν ελληνικό κράτος που προσπαθούσε ναακολουθήσει τη πορεία του ανεπτυγμένου δυτικού κόσμου.

Ο Armansperg το 1833 είχε ζητήσει την γνώμη τεσσάρων επιφανών ανδρών τηςπεριοχής για την Ληστεία, δύο Θεσσαλών και δύο κατοίκων της Στερεάς Ελλάδας.Και οι τέσσερις συμφώνησαν ότι η έξαρση της ληστείας είχε ως έναν παράγοντα τηνδιάλυση των άτακτων στρατευμάτων. Εκεί που παρατηρήθηκε όμως διάστασηαπόψεων ήταν στην σημασία της κλέφτικης προεπαναστατικής που ενθάρρυνετέτοιες συμπεριφορές. Οι Θεσσαλοί συντάσσονται με την άποψη αυτή, ενώ οιΡουμελιώτες όχι. Ίσως να ήθελαν να υπερασπιστούν το ιστορικό παρελθόν τουςκαθώς η περιοχή του απελευθερωμένη πλέον δεν μπορούσε να μην αναγνωρίσει τησυμβολή αυτών των ομάδων στη φθορά της τοπικής οθωμανικής εξουσίας.Παράλληλα μία ακόμα αιτία που όπως υποστηρίζουν οι τέσσερις άνδρες ενίσχυε τηληστεία ήταν η ευνοϊκή μεταχείριση των ληστών από τους Τούρκους δερβεναγάδες(μοιράζονταν την λεία).

Ένα ιδιαίτερο φαινόμενο αναπτύχθηκε στη Στερεά Ελλάδα κατά την περίοδοκρίσης του ανατολικού ζητήματος. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία θα ακολουθήσει μίαμεταρρυθμιστική πολιτική η οποία όμως θα θίξει τα συμφέροντα των υπόδουλωνακόμα Ελλήνων και ιδιαιτέρως του κλήρου. Την περίοδο εκείνη όμως (1840) τοΕλληνικό Κράτος βρισκόταν σε συμφωνία με την Αυτοκρατορία για μία κοινήαντιμετώπιση των ληστών που λυμαίνονταν και τις δύο περιοχές. Αυτή η προσπάθειασυνεργασίας θα προκαλέσει την αντίδραση των υπόδουλων Ελλήνων των οποίων τηναγανάκτηση θα εκμεταλλευτούν οι ληστές, επαναστατώντας εναντίον της ελληνικήςδιοίκησης. Οι εξεγέρσεις έλαβαν χώρα κατά κύριο λόγο στην παραμεθόριο περιοχήτης Φθιώτιδας με αρχηγό τον ληστή Βελέντζα, όμως δε είχαν κάποιο αποτέλεσμακαθώς το ελληνικό κράτος τις αντιμετώπισε με επιτυχία.

Προχωρώντας παρατηρούμε πως ένας πολιτικός που αντλούσε δύναμη από τουςληστές της Στερεάς και από τους εναπομείναντες καπεταναίους ήταν ο ΙωάννηςΚωλέττης. Αν και πολλοί πίστεψαν πως κατά τη διάρκεια της πρωθυπουργίαςΚωλέττη το ελληνικό κράτος θα ήταν ελαστικότερο στην δράση των ληστών, υπήρξεσχετικά μία ύφεση σε αυτόν τον τομέα. Πιο συγκεκριμένα ο Γρίβας, ξακουστόςληστής της εποχής το καλοκαίρι του 1844 έδρασε σε όλη τη Στερεά και αμέσως μετάτην ανάδειξη του Κωλέττη στον πρωθυπουργικό θώκο σταδιακά άρχισε να σιωπά(Αύγουστος 1844). Βέβαια η ύφεση δεν επήλθε μαγικά. Ο Κωλέττης έλαβε κάποιαμέτρα εκσυγχρονισμού των σωμάτων της οροφυλακής και της εθνοφυλακής πουβοήθησαν στην μείωση των ληστρικών κρουσμάτων. Επίσης το μέτρο της κατοχήςεπίσημων φύλλων πορείας στους χωροφύλακες βοήθησε τους κατοίκους τηςΦθιώτιδας καθώς οι ληστές μεταμφιεσμένοι σε χωροφύλακες εισέβαλλαν στα σπίτιατω κατοίκων και ανενόχλητοι τους λήστευαν.

Στη λήξη όμως της θητείας του Κωλέττη οι ληστές θα επιχειρήσουν εκ νέου νακάνουν μία επανάσταση. Δυσαρεστημένοι με την πολιτική που ακολουθήθηκε καιεγκατεστημένοι στην οροθετική γραμμή από την πλευρά της ΟθωμανικήςΑυτοκρατορίας το ληστρικό κίνημα θα δράσει με βάση δύο πυρήνες, έναν στηνδυτική Στερεά και έναν στην ανατολική. Η εξέγερση αυτή θα αποτύχει όπως και οι


προηγούμενες και οι περισσότεροι ληστές που καταδικάσθηκαν και αιχμαλωτίστηκανθα λάβουν αμνηστία. Όσοι διέφυγαν θα εξεγερθούν ξανά μέσα σε σύντομο χρονικόδιάστημα. Απέναντί τους όμως θα βρουν τους πρώην συντρόφους τους που είχανστρατολογηθεί από την ελληνική πολιτεία. Πάντως αξίζει να αναφέρουμε πως ήτανσύνηθες οι ληστές να αμνηστεύονται εκείνη την εποχή, καθώς ήταν ένα φαινόμενοπου συνέβαινε συνεχώς.

Στην περίοδο όμως που ακολουθεί τα γεγονότα του 1848 οι ληστές δρουν πιοαπλά προσπαθώντας να κερδίσουν αγαθά για προσωπικό τους όφελος και όχι για να υπερασπιστούν το ηρωικό παρελθόν τους προχωρώντας σε εξεγέρσεις. Παρατηρούμεμία γενιά παλαιών ληστών να περνά σταδιακά στο παρασκήνιο ενώ μία νέα ομάδαληστών προσπαθεί να την διαδεχτεί. Κλείνοντας να αναφέρουμε ότι οι περισσότεροιληστές εντοπίζονταν στην επαρχία της Φθιωτιδας

Β’ Η ΦΩΚΙΔΑI. Η ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ

Η Φωκίδα σαφώς μικρότερη σε έκταση από την Φθιώτιδα είχε χωριστεί σε δύοεπαρχίες, την Παρνασσίδα και την Δωρίδα. Η Παρνασσίδα θα έχει έκταση 72.960στρέμματα από τα οποία τα 16.600 προεπαναστατικά θα ανήκουν σε Οθωμανούς,ενώ η Δωρίδα θα εκτείνεται σε μία περιοχή 121.000 στρεμμάτων από τα οποία τα16.000 άνηκαν την προεπαναστατική περίοδο στους Οθωμανούς επίσης. Ηοριστική διαίρεση και ο καθορισμός των συνόρων του νομού αλλά και τωνεπαρχιών του έγινε με βασιλικό διάταγμα τον Απρίλιο του 1833. Στις 20/11/1833ιδρύεται και η επισκοπή Φωκίδος ενώ τον Οκτώβριο του 1834 δημιουργείται τοΠρωτοδικείου του νομού Φωκιδολοκρίδος με έδρα την Άμφισσα.

Η Άμφισσα που είναι η πρωτεύουσα του νομού, θα αποτελέσει καιπρωτεύουσα της επαρχίας Παρνασσίδας. Η επαρχία θα χωριστεί σε 7 δήμους από11 που ήταν προηγουμένως το 1840. Ο δήμος Αμφίσσης θα έχει πρωτεύουσα τηνομώνυμη πόλη και θα συμπληρώνεται από τα χωριά: Κούσκι, Άγιος Γεώργιος,Σεργούνι, Σεγδίτσα και Σκάλα Αμφίσσης με 3.786 κατοίκους. Ο δήμοςΓαλαξιδίου θα έχει έδρα του την ομώνυμη πόλη και σε συγχώνευση με το δήμοΜυωνίας θα έχει πληθυσμό 3.897 κατοίκους. Ο δήμος Αντικύρρας μεπρωτεύουσα τη Δεσφίνα θα συγκεντρώσει στην επικράτειά του 1.165 κατοίκου,ενώ ο δήμος Κρίσσης 2023 κατοίκους. Τέλος, ο δήμος Παρνασσίων, Δωριέων καιΚυτινίων θα έχουν πληθυσμό της τάξης των 1.211, 3.821 και 2.367 κατοίκωναντίστοιχα.

Ο δήμος Γαλαξιδίου εκτός από την ομώνυμη πρωτεύουσά του θαπεριλαμβάνει στα όριά του τα οικιστικά σύνολα της Αγίας Ευθυμίας, τηςΚολοπετινίτσας (Τριταία), της Βουνιχώρας και των Πεντεορίων. Ο δήμοςΑντικύρρας εκτός από την πρωτεύουσά του συμπληρωνόταν και από το χωριάΆσπρα σπίτια, ενώ ο δήμος Παρνασσίων θα έχει και αυτός δύο χωριά, την έδρατου Τοπόλια και το χωριό Κολοβάτες. Ο δήμος Δωριέων πρωτεύουσά του θα έχειέδρα του το χωριό Αγόριανη που θα χωρίζεται σε άνω και κάτω. Άλλα χωριά τουδήμου Δωριέων θα είναι το Παλαιοχώρι, η Σουβάλα, , οι Μαργιολάτες, ηΒάργιανη, το Χλωμό, το Καστέλι, ο Μπράλος, η Κουκουβίστα, η Κάνιανη, τοΣκλήθρο και η Γραβιά. Τέλος ο Δήμος Κυτινίων αποτελείται από τα χωριάΚαστριώτισσα, Μουσουνίτσα, Στρώμη, Δρέμισσα και Γούριτσα ενώ πρωτεύουσάτου είναι το χωριό Μαυρολιθάρι.

Η επαρχία Δωρίδας θα χωριστεί σε τέσσερις δήμους. Αυτοί θα είναι οι δήμοιΑιγιτίου με έδρα το Λιδωρίκι, Κροκυλείου με πρωτεύουσες τα χωριά Πενταγιοίκαι Αρτοτίνα (εναλλαγή πρωτεύουσας κατά το θέρος), Ποτιδανείας με έδρα τοάνω Παλιοξάρι και Τολοφώνας με έδρα το χωριό Βιτρινίτσα. Τα υπόλοιπα χωριάτου δήμου Αιγιτίου θα είναι το Λευκαδίτι, η Συκιά, ο Κονιάκος, το Τρίβιδι, τοΚλήμα, η Γρανίτσα, ο Λούτσοβος, ο Άβορος, ο Σεβέδικος, η Στρούζα, η Βραϊλα,το Μαλαντρίνο, η Σκαλούλα και οι Καρούτες.

Ο δήμος Κροκυλείου με θερινή πρωτεύουσα την Αρτοτίνα και χειμερινή τοχωριό Πενταγιοί θα πλαισιώνεται από τα χωριά των Δρεστένων, της Βοστινίτσας,του Νούτσουρμπου, του Κριατσίου, του Σουρουστιού, της Κερασιάς, τουΒλαχοβουνίου, του Παλιοκάτουνου, του Αβορίτι, του Αλποχωρίου, τουΖοριάνου, του Κουπακίου και της Αγλαβίστας.

Ο τρίτος κατά σειρά δήμος που εξετάζουμε είναι ο δήμος Ποτιδανείας οοποίος ξεκινά από μία ορεινή περιοχή δυτικά του ποταμού Μόρνου και φτάνειέως τις εκβολές του στον Κορινθιακό κόλπο. Πρωτεύουσα του έχει το χωριό ΆνωΠαλιοξάρι. Τα χωριά που απάρτιζαν τη διοικητική αρχή του συγκεκριμένουοικιστικού συνόλου ήταν το Κάτω Παλιοξάρι, το Λυκοχώρι, οι Γκουμαίοι, ηΚαρδάρα, η Καρυά, ο Σουλές (Ευπάλιο), το Βλαχοκάτουνο, το Μεραφέντη, οΛόγγος, η Μανάγουλη, τα Χασάναγα, τα Μαλάματα, το Κλήμα, ο Παλιόμυλος,τα Καρούτια, η Σεργούλα, το Παλιοχώρι, η Στύλια, η Περιθιώτισσα και ταΖαμπιά.

Παράλληλα ο δήμος Τολοφώνας θα καλύπτει την παράλια περιοχή τηςΦωκίδας ξεκινώντας δυτικά από το Γαλαξίδι έως μία περιοχή κοντά στα δυτικάόρια του νομού με την Αιτωλοακαρνανία. Ο δήμος θα έχει την έδρα του στοχωριό Βιτρινίτσα, ενώ τα χωριά που υπάγονται στη συγκεκριμένη δημοτική αρχήείναι η Ξυλογαϊδάρα, ο Βελενίκος, η Μαραζιά, τα Τροιζόνια (νησί), Μάκρυσι, ηΜηλιά, η Σώταινα, η Πλέσια, η Βίδαβη και η Κίσελη.

Τέλος αξίζει να κάνουμε μία αναφορά στις υπηρεσίες που ήτανεγκατεστημένες σε διάφορες έδρες δήμων. Στο δήμο Γαλαξιδίου υπάρχουν το1851 υπολιμεναρχείο, υποτελωνείο, υγειονομείο και ειρηνοδικείο. Ειρηνοδικείοεπίσης υπάρχει στους δήμους Δωριέων, Αιγιτίου και Ποτιδανείας. Εντύπωση μας κάνει επίσης η ύπαρξη «οικονομικής εφορίας» στο Λιδωρίκι, πρωτεύουσα τηςεπαρχίας Δωρίδας.

Η περιπλάνησή μας στη Φωκίδα ως προς την διοικητική της διάρθρωση είναισαφώς μικρότερη για δύο λόγους. Αφενός σημαντικό ρόλο διαδραματίζει η ίδια ηέκταση του νομού που είναι μικρότερη από τον προηγούμενο της Φθιώτιδας πουεξετάσαμε, αφετέρου οι πηγές που έχουμε για τον νομό εστιάζουν περισσότεροστην κοινωνική ζωή των κατοίκων και στην ενασχόλησή του με τη γεωργία καιτην κτηνοτροφία παράγοντες που θα δούμε αναλυτικότερα στο επόμενο υποκεφάλαιο της εργασίας μας.

II. Η ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Η πρωτεύουσα του νομού, η Άμφισσα θα φιλοξενήσει έναν από τα δέκα πρώτασχολεία των οποίων η ίδρυση εξαγγέλθηκε στις 25 Μαρτίου 1835. Προγενέστερατο 1830 είχε ιδρυθεί με διάταγμα του Καποδίστρια η «Δημόσια ΑλληλοδιδακτικήΣχολή» της επαρχίας Σαλώνων. Το 6ο
λοιπόν κατά σειρά σχολείο θα εδρεύει στηνπρωτεύουσα της Φωκίδας και της Παρνασσίδας σε κτίριο ιδιώτη που θαμισθώνεται με έξοδα του εκκλησιαστικού ταμείου της τοπικής επισκοπής. Τοπρόγραμμα σπουδών του συγκεκριμένου σχολείου θα χωρίζεται σε δύο τάξεις Α’και Β’ με 20 και 32 διδακτικές ώρες αντίστοιχα. Κάποια μαθήματα πουκαλούνταν να διδαχθούν οι μαθητές ήταν: «Ελληνική μετά παραλληλισμού τηςπαλαιάς προς την νέαν», «Κατήχησις και Ιερά ιστορία», «Γεωγραφία και γενικήιστορία», «Καλλιγραφία», «Αριθμητική», «Αρχαί της φυσικής ιστορίας»,Μουσική», «Ζωγραφική» και τα μαθήματα της γαλλικής και της λατινικήςγλώσσας για όσους μαθητές προάγονταν στο γυμνάσιο. Ταυτόχρονα με βασιλικόδιάταγμα ιδρύεται βιβλιοθήκη δημόσια που στεγάζεται στις αίθουσες τουσχολείου.
Όσον αφορά όμως τους μεθόδους της εκπαίδευσης, αυτοί χαρακτηρίζονται ωςπρωτόγονοι. Μεγάλο ενδιαφέρον έχει η καταγραφή στην ιστορική μνήμη τωνανθρώπων της Αμφίσσης ενός συγκεκριμένου δασκάλου που διέφερε από τους υπόλοιπους. Ο Γιάννης Γρυπάρης, ήταν για τους κατοίκους ένας άνθρωπος πουέφερε τον εκσυγχρονισμό. Γνωρίζοντας ότι ο δάσκαλος της εποχής φρόντιζε ναδιαπαιδαγωγεί τα παιδιά χειροδικώντας, η ύπαρξη ενός δασκάλου πουπροσπαθούσε με πιο ανθρώπινο τρόπο να προσεγγίσει τους μαθητές του θαπροκαλέσει σίγουρα αισθήματα σεβασμού και αναγνώριση. Στην ιστορία αυτήπου χρονολογείται την πρώτη δεκαετία του 20ου

αιώνα είναι εφικτό ναεντοπίσουμε και κάποιες άλλες κοινωνικές αντιλήψεις της εποχής. Η ίδια η φυγήτου δασκάλου λόγω της διάλυσης ενός αρραβώνα, μαρτυρά μία κοινωνία στηνοποία η αθέτηση μίας συμφωνίας γάμου αποτελεί λόγο κοινωνικής κατακραυγήςγια τον υπαίτιο.

Παραμένοντας στην πόλη της Άμφισσας, αξίζει να αναφερθούμε λίγο στονγεωγραφικό της περίγυρο και στην αγροτική της ζωή. Η πόλη έχει σαν κύριακαλλιέργεια τα ελαιόδεντρα, τα οποία απέδιδαν πλούσιο και φημισμένο καρπόκαι λάδι. Επιπροσθέτως οι καλλιέργειες σιτηρών, κριθαριού, καλαμποκιού καιαμπελιών είναι οι υπόλοιπες παραγωγές των κατοίκων της περιοχής. Το κλίμα τηςπόλης περιλαμβάνει ένα πολύ ζεστό καλοκαίρι και έναν σχετικά ψυχρό χειμώνα.

Η ‘Άμφισσα θα έχει στη διάθεσή της και λιμάνι την Σκάλα Αμφίσσης (σημερινήΙτέα) που βρισκόταν σε απόσταση δύο ωρών με τα μέσα μεταφοράς της εποχής(οδοιπορικώς ή με τη χρήση ζώων).

Η εικόνα της πόλης στα τέλη του 19ουαιώνα δεν θα είναι πολύ διαφορετική. ΗΆμφισσα ήταν και τα 1890 μία πόλη με τη βλάστηση που προαναφέρθηκε,συμπληρωμένη από μία μικρή δασώδη περιοχή και αυλακωμένη από χείμαρρους.Οι κάτοικοί της φαίνονται σχετικά εύποροι κατά την πλειονότητά τους. Ηδιαπίστωση αυτή προκύπτει από την καθαρή τους εμφάνιση, εικόνα που δεν ήτανεύκολο να συναντήσει κανείς στην ελληνική επαρχία του 19ου αιώνα. Παρόλη τηνεντύπωση αυτή αν κάποιος ξένος επιχειρούσε εκείνη την εποχή να καταλύσει σεένα πανδοχείο της πόλης έπρεπε να αντιμετωπίσει την έλλειψη βασικών ειδών.Κρεβάτια διαθέσιμα δεν υπήρχαν και ο επισκέπτης αναγκαζόταν να κοιμηθεί στοδάπεδο του δωματίου, αντιμετωπίζοντας διάφορα έντομα. Χαρακτηριστικόπαράδειγμα έλλειψης ειδών καθαριότητας ήταν πως για να προμηθευτεί κανείςσαπούνι έπρεπε να πάει στον αρμόδιο έμπορο και να του ζητήσει να τοπαραγγείλει από την Αθήνα. Επίσης, όσον αφορά τις κοινωνικές συναναστροφέςτων κατοίκων της πόλης αυτές γίνονται στα γνωστά καφενεία, όπου οι κάτοικοιμπορούν να ενημερωθούν για τα τεκταινόμενα διαβάζοντας εφημερίδες.

Δεν πρέπει να παραλείψουμε ότι βρισκόμαστε στα τέλη του 19ου
αιώνα, σε μίαεποχή οπότε οι ασθένειες αποτελούν μάστιγα και επηρεάζουν τις κοινωνικέςδομές ειδικότερα μίας κλειστής κοινωνίας όπως αυτή που μελετάμε. Εξαιτίαςαυτού του δεδομένου οι διασημότεροι πολίτες στην περιοχή θεωρούνταν οιιατροί. Ήταν εκείνοι στους οποίους είχε εναποθέσει τις ελπίδες της η τοπικήκοινωνία για να εξασφαλιστεί η ίδια η βιωσιμότητά των μελών της. Επιπλέον η υψηλή τιμή των φαρμάκων και η αδυναμία πληρωμής τους από τους κατοίκους,ενίσχυε ακόμα περισσότερο το κύρος του ιατρού όταν παρείχε ο ίδιος κάποιαφάρμακα ή όταν θεραπευόταν κάποια δύσκολη περίπτωση. Η φήμη αυτή πουαπέκτησε το συγκεκριμένο επάγγελμα και οι σχετικά λίγοι άνθρωποι που υπηρέτησαν τον τομέα αυτό θα αναλάβουν αργότερα να γίνουν εκτός από κεφαλήτης κοινωνίας και κεφαλή πολιτικών σχηματισμών. Οι περισσότεροι ιατροίλοιπόν θα γίνουν κομματάρχες και θα επιχειρήσουν να κατευθύνουν την πολιτικήέκφραση των τοπικών κοινωνιών.

Προχωρώντας στον δήμο Γαλαξιδίου βρίσκουμε έναν ναυτικό δήμο, καθώς τομεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της κύριας πόλης ασχολείται με τη ναυτιλίααφού η περιοχή έχει ένα σημαντικό λιμάνι για την εποχή. Επίσης η πόλη διαθέτεικαι δημοτικό σχολείο και άλλες σημαντικές υπηρεσίες. Τα ορεινά χωριά τουδήμου παράγουν σιτάρι, κριθάρι και κρασί από τα αμπέλια που διαθέτουν μεεξαίρεση το χωριό της Βουνιχώρας, στο οποίο οι κάτοικοι ασχολούνται κυρίως μετην κτηνοτροφία.

Σε ένα χωριό του δήμου Γαλαξιδίου, την Αγία Ευθυμία, οι κάτοικοι φαίνονταναρκετά ενημερωμένοι για την πολιτική κατάσταση της χώρας. Στο καφενείο τουςστα τέλη του 19ου

αιώνα υπάρχουν αφίσες από σατιρικές εφημερίδες των Αθηνώνπου απεικονίζουν γελοιογραφίες των Τρικούπη και Δηλιγιάννη. Παράλληλα ηεικόνα του τσάρου της Ρωσίας βρίσκεται επίσης σε διακεκριμένη θέση μέσα στο


κατάστημα αυτό. Αντίθετα το χωριό της Κολοπετινίτσας παρουσιαζόταν ως έναάγονο μέρος γεμάτο πουρνάρια και βραχώδες έδαφος. Στο χωριό αυτό οι λιγοστοίκάτοικοι ασχολούνταν με την κτηνοτροφία χωρίς όμως να καταφέρουν ναξεφύγουν από την ένδεια που τους διέκρινε σύμφωνα με τον Deschamps.

Συνεχίζοντας στον δήμο Αντικύρρας που περιλαμβάνει δύο μόνο χωριάπαρατηρούμε ότι οι κάτοικοι στην πλειοψηφία τους καλλιεργούν αμπέλια καιελαιόδεντρα από τα οποία παράγουν μόνο λάδι. Ο δήμος Κρίσσης είναι έναςακόμα δήμος που θα διαθέτει δημοτικό σχολείο. Η σχετικά γόνιμη γη τουαποδίδει σιτάρι, όσπρια αλλά και βαμβάκι. Βέβαια όπως σχεδόν όλη η επαρχεία ηγη του δήμου Κρίσσης παράγει επίσης λάδι και κρασί λόγω των αμπελιών. Ηπεριοχή διασχίζεται από δύο μικρούς ποταμούς που βοηθούν τις καλλιέργειες τωνκατοίκων να αρδεύονται σωστά και να αποδίδουν ποιοτικά και ποσοτικά.Ενδιαφέρον έχει η αναφορά των Δελφών, μίας περιοχής με έντονη ιστορία καιαρχαιολογικό ενδιαφέρον ως ένα δευτερεύον χωριό με το όνομα Καστρί που ζειστη σκιά του Χρυσού και αποτελεί μόνο ένα πέρασμα μεταξύ Φωκίδας καιΒοιωτίας στα μέσα του 19ουαιώνα.

Η εξήγηση σε αυτό το ερώτημα που προκύπτει βρίσκεται στην αδυναμία τουελληνικού κράτους εκείνης της εποχής να εκμεταλλευτεί τον αρχαιολογικόθησαυρό του. Βέβαια είναι λογικό να συμβαίνει κάτι τέτοιο αφού βρισκόμαστε σεμία εποχή που το κύριο ζητούμενο είναι η επιβίωση του κράτους και των υπηκόων του και όχι η ανάδειξη του πολιτισμού, κάτι που θα ακολουθήσειαρκετά χρόνια μετά.Ο δήμος Παρνασσίων αν και συγκροτείται από δύο χωριά, στην έδρα του, τηνΤοπόλια θα υπάρχει δημοτικό σχολείο. Η γόνιμη περιοχή, διαθέτοντας δύορυάκια θα επιτρέπει την παραγωγή σιταριού, κριθαριού και κρασιού. Επίσης οιπλούσιες ελιές που διαθέτει η περιοχή επιτρέπουν στους κατοίκους να τιςεκμεταλλεύονται και για το λάδι τους και για τον καρπό τους. Επιπροσθέτως τοέτερο χωριό του νομού, οι Κολοβάτες είχε κατοίκους που ασχολούντανπερισσότερο με την κτηνοτροφία βοηθώντας τον δήμο να αποκτήσει μία σχετικήαυτάρκεια ως προς τα αγαθά που χρειαζόταν.

Συνεχίζοντας στο δήμο Δωριέων που αποτελείται από πάρα πολλά χωριά οιπαραγωγές αλλάζουν λίγο σε σχέση με τους υπόλοιπους δήμους ίσως εξαιτίας τηςαλλαγής του εδάφους αφού ο συγκεκριμένος δήμος χωρίζεται σημαντικά απότους άλλους με έναν ορεινό όγκο που εκτείνεται μεταξύ τριών βουνών, της Οίτης,της Γκιώνας και του Παρνασσού. Η Αγόργιανη που είναι η πρωτεύουσα του νομού παράγει καπνό και καρύδια κάτι που δεν είναι συνηθισμένο για τηνπεριοχή της Φωκίδας και ιδιαίτερα της Παρνασσίδας. Όλα τα χωριά όπως και ηέδρα του δήμου παράγουν και τις καλλιέργειες των υπόλοιπων δήμων μεεξαίρεση το λάδι καθώς η περιοχή δεν διαθέτει σημαντικά ελαιόδεντρα. Εξαίρεσηστον κανόνα που διαμορφώθηκε στον αγροτικό προσανατολισμό του δήμουαποτελούν δύο χωριά. Το πρώτο, το Χλωμό βασίζεται κυρίως στην κτηνοτροφία,ενώ η Κάνιανη κατάφερε να εκμεταλλευτεί την ξυλεία του τοπικού δάσους. Τέλοςένα σημαντικό στοιχείο είναι η κατάσταση της Γραβιάς στα μέσα του 19ου αιώνα.


Το άλλοτε ιστορικό χάνι δεν αποτελούσε τότε οργανωμένο χωριό παρά μόνο ένανμικρό οικισμό στον οποίο σιγά σιγά μετοίκησαν κάτοικοι του χωριού Καστέλι.

Ο τελευταίος σταθμός μας στην Παρνασσίδα είναι ο δήμος Κυτινίων.Πρωτεύουσα του χωριού είναι το χωριό Μαυρολιθάρι. Πρόκειται για τονβορειότερο δήμο του νομού, στον οποίο όπως και στον Παρνασσίων, το έδαφοςέχει σημαντική διαφορά ως προς τη γονιμότητά και τη βλάστηση του σε σχέση μετην υπόλοιπη επαρχία. Η πρωτεύουσα του δήμου αναπτύσσει κατά κύριο λόγοτην κτηνοτροφία και την εκμεταλλεύεται στο έπακρο. Τα προϊόντα πουεμπορεύονταν ήταν το τυρί, το μαλλί και το κρέας, ενώ σε άλλες περιπτώσειςκτηνοτρόφων σημασία δινόταν περισσότερο στο κρέας του ζώου. Επίσης ο δήμοςολόκληρος θα παράγει μία μικρή ποσότητα φρούτων, που είναι επίσης κάτι τοδιαφορετικό για την αγροτική παραγωγή της επαρχίας. Η περιοχή είναι κατάφυτημε έλατα, όμως οι κάτοικοι δεν εκμεταλλεύονταν την ξυλεία που είχαν στηδιάθεσή τους.

Το τοπίο όμως της περιοχής χαρακτηριζόταν από φυσικό κάλλος. Οι απότομοιβράχοι, το νερό του ποταμού Μόρνου που κυλάει στη περιοχή σε συνδυασμό μετα έλατα που αναφέραμε αμέσως πριν αποτελούν τους παράγοντες πουομορφαίνουν την περιοχή. Η χρήση της ξυλείας με αρκετά εξεζητημένο θα γίνειστα τέλη του 19ουαιώνα. Οι κάτοικοι θα χτίσουν ξύλινα υδραγωγεία για ναμαζεύουν το πολύ νερό της περιοχής και να το χρησιμοποιούν ανάλογα με τιςανάγκες που προέκυπταν. Στα τέλη επίσης του αιώνα εντοπίζεται η ύπαρξηδασκάλου, όχι όμως σχολείου. Το εντυπωσιακό είναι η ύπαρξη ειδών πουθεωρούνταν πολυτελείας για εκείνη την εποχή, όπως μελανοδοχείο στον τοπικόμπακάλη.

Η Δωρίδα έχει πιο πολύ κτηνοτροφικό παρά γεωργικό προσανατολισμό.Συγκεκριμένα η πρωτεύουσα της επαρχίας, το Λιδωρίκι ήταν φημισμένο για ταπολλά γιδοπρόβατα που εξέτρεφαν οι κάτοικοί του στη δεκαετία του 1850. Οικάτοικοι του δήμου Αιγιτίου, του οποίου η έδρα βρίσκεται στην ίδια τηνπρωτεύουσα της επαρχίας ασχολούνται με την κτηνοτροφία και προσπαθούν ναεκμεταλλευτούν τα πρόβατα για όλα τα αγαθά που μπορούν να τους αποδώσουν,όπως κρέας, γαλακτοκομικά προϊόντα και μαλλί. Τα υπόλοιπα χωριά του δήμουπαράγουν ανάλογα προϊόντα εκτός από μερικές εξαιρέσεις οπότε καλλιεργούνδημητριακά και όσπρια. Ειδική περίπτωση όμως αποτελεί το χωριό Γρανίτσα. Τοχωριό αυτό, με αρκετά εύπορους οικονομικά κατοίκους παράγει μετάξι κάτι τοοποίο θεωρούνταν πολύ δύσκολο για να το καταφέρει κάποια ομάδα ανθρώπωνεκείνης της εποχής, ειδικά σε έναν τέτοιο τόπο.

Το Λιδωρίκι στο τέλος του 19 ουαιώνα θα παρουσιάζεται σαν μία πόληπολυπληθής, μορφωμένη σχετικά και δραστήρια. Στην όλη θα λειτουργεί εκτόςαπό ταχυδρομείο και σχολαρχείο, που θεωρούνταν ως βαθμίδα ανώτερηςεκπαίδευσης από εκείνη στην οποία άνηκε το απλό δημοτικό σχολείο. Οσχολάρχης της εποχής είναι ιδιαίτερα μορφωμένος και ενημερωμένος για ταπολιτικά τεκταινόμενα. Δεν διστάζει μάλιστα να κατακρίνει την πολιτική πουακολουθούσε εκείνη την εποχή ο Χαρίλαος Τρικούπης, δείχνοντας όμως τονσεβασμό του για τον Έλληνα πρωθυπουργό.

Αντίθετα το χωριό το οποίο θεωρείται οπισθοδρομικό εκείνη την εποχή καιαπομονωμένο σε σχέση με τα υπόλοιπα είναι σύμφωνα με τον Deschamps, τοΜαλαντρίνο. Σύμφωνα με τη διήγηση του γάλλου περιηγητή η πόλη δενεπικοινωνεί καλά με τον υπόλοιπο κόσμο, αφού το ταχυδρομείο που λειτουργείστο Λιδωρίκι πολλές φορές δεν έχει αλληλογραφία προς ανταλλαγή καιπαράδοση με το συγκεκριμένο χωριό. Ο πιο μορφωμένος του χωριού ήταν οιερέας του χωριού, ο οποίος εκτελούσε και χρέη δασκάλου μαθαίνοντας λίγαγράμματα σε όσους κατοίκους ενδιαφέρονταν.

Μετά το δήμο Αιγιτίου, γεωγραφικά στα δυτικά του τοποθετείται ο δήμοςΚροκυλείου. Ο συγκεκριμένος δήμος είχε δύο έδρες το χωριό Αρτοτίνα, ιδιαίτερηπατρίδα του Αθανασίου Διάκου κατά το θέρος και το χωριό Πενταγιοί κατά τονχειμώνα. Η θερινή πρωτεύουσα είναι αρκετά πολυπληθής καθώς είναι τομοναδικό χωριό από τα υπόλοιπα που ο πληθυσμός του ξεπερνά του χίλιουςκατοίκους. Αντίθετα το αμέσως μικρότερο που είναι η χειμερινή πρωτεύουσααριθμεί 701 στα μέσα του 19ου αιώνα. Οι κάτοικοι και εδώ ασχολούνταιπερισσότερο με την κτηνοτροφία καθώς οι τόποι τους αν και πλούσιοι σε ύδαταδεν μπορούν να αποδώσουν καλή συγκομιδή λόγω του άγονου ορεινού εδάφουςκαι εξαιτίας της κάλυψης μεγάλων εκτάσεων από έλατα. Παράλληλα, οι πολύχαμηλές θερμοκρασίες τον χειμώνα αποθαρρύνουν τους γηγενείς από το ναφυτέψουν ελαιόδεντρα. Τα κυριότερα γεωργικά προϊόντα όμως που παράγονταιστις περιοχές είναι δημητριακά και όσπρια. Ορισμένα κηπευτικά εντοπίζουμε σταχωριά Κερασιά και Σουρούστι αλλά οφείλονται σε μικρές οικιακού μεγέθουςπαραγωγές, που οι κάτοικοι τις ονόμαζαν τότε περιβόλια. Τέλος το μοναδικόχωριό που εκμεταλλευόταν το δάσος που υπήρχε στην περιοχή ήταν ο Νούτσουμπρος, ενώ από αυτόν τον δήμο και συγκεκριμένα από το μικρό χωριόΑβορίτι καταγόταν ένας ακόμα αγωνιστής της Ελληνικής Επανάστασης, οστρατηγός Μακρυγιάννης

Αποκλειστικά σχεδόν στην ξυλεία της περιοχής θα βασιστεί όμως ένας άλλοςδήμος. Ο δήμος Ποτιδανείας διαθέτει δημοτικό σχολείο όπως και άλλεςπρωτεύουσες δήμων τις περιοχής. Είναι κατάφυτος από δρυ θα βασίσει τηντοπική οικονομία στην ξυλεία που του απέφεραν τα πολλά τέτοια δέντρα πουβρίσκονται στην περιοχή του. Οι υπόλοιπες καλλιέργειες που εντοπίζονταν τότεστην περιοχή ήταν καλαμπόκι, σιτάρι και όσπρια. Η κτηνοτροφία εδώ περνά σεδεύτερη μοίρα από ότι στην υπόλοιπη επαρχία. Ο συγκεκριμένος δήμος εκτείνεταιόμως μέχρι τις εκβολές του Μόρνου στην παραλία κοντά στα σύνορα του νομούμε την Αιτωλοακαρνανία. Η περιοχή αυτή θα είναι πολύ προβληματική για τουςκατοίκους καθώς το έδαφός της είναι ελώδες. Η ελονοσία θα χτυπά το καλοκαίριτον τοπικό πληθυσμό ενώ δεν αναφέρεται καμία γεωργική δραστηριότητα. Πιοσυγκεκριμένα ο τόπος περιγράφεται σαν ένα μεγάλο έλος γεμάτο καλαμιές. Θαχρειαστεί να περάσει πάνω από ένας αιώνα για να δημιουργηθεί η τεχνητή λίμνητου Μόρνου η οποία θα βοηθήσει στην αποξήρανση των παραποτάμων τουποταμού και κατά συνέπεια στην μείωση των κρουσμάτων διαφόρων ασθενειών,που έπλητταν την περιοχή.

Η υπόλοιπη όμως παράλια χώρα της Δωρίδας θα βρίσκεται υπό την δημοτικήαρχή της Τολοφώνας. Η πρωτεύουσα Βιτρινίτσα διέθετε δημοτικό σχολείο καθώς

και τελωνειακό σταθμό. Είναι το μοναδικό χωριό στη Δωρίδα που παρήγαγεβαμβάκι στα μέσα του 19
ουαιώνα. Η εκτροφή αιγοπροβάτων σε αυτό το δήμοείναι ανάλογη με την απόσταση κάθε χωριού από την θάλασσα. Κατά τα άλλα οικάτοικοι που έχουν ασχοληθεί με τη γεωργία παράγουν κατά κύριο λόγοδημητριακά, καλαμπόκι, κρασί από αμπέλια που διαθέτουν καθώς και λάδι, πουπροέρχεται από τους ελαιώνες κοντά στην πρωτεύουσα του δήμου. Δεν πρέπει ναλησμονήσουμε ότι σε αυτόν τον δήμο υπάγεται και το μοναδικό κατοικούμενο νησί του νομού, τα Τροιζόνια.

Περνώντας στον 20ο αιώνα είναι ενδιαφέρον να δούμε κάποια γεγονότα πουχαρακτηρίζουν στη κοινωνία της Δωρίδας. Την περίοδο του εθνικού διχασμούόταν μαθεύτηκε στην περιοχή ότι ο βασιλιάς Κωνσταντίνος ο Α’ κηρύχθηκεέκπτωτος συγκεντρώθηκαν διακόσιοι φουστανελοφόροι στην τοποθεσία«Ανάθεμα» που πήρε το όνομά της από αυτό το γεγονός και διαμαρτύροντανεναντίον του τότε πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου και των βρακοφόρωναξιωματικών του (έτσι ονομάζονταν από τους τοπικούς αντιβενιζελικούςκατοίκους η αστυνομία της εποχής επειδή υπηρετούσε τον Κρητικό πολιτικό).

Επίσης ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν οι παράγοντες επηρεασμού της εκλογικήςσυμπεριφοράς των ανθρώπων της περιφέρειας εκείνης της εποχής. Οι εκλογέςμέχρι πολύ πρόσφατα ήταν μία περίοδος οικονομικής συναλλαγής μεταξύαδιάφορων πολιτικά κατοίκων και έξυπνων πλούσιων κομματαρχών. Οι άνθρωποιτης εποχής γνωρίζοντας λίγο της πολιτική κατάσταση της εποχής έθεταν τηνψήφο τους σε μία μορφή δημοπρασίας. Ειδικά οι άνθρωποι των χαμηλώνεισοδηματικά στρωμάτων που δεν επηρεάζονταν από την φορολογίαπροσπαθούσαν με αντάλλαγμα την ψήφο τους να χαρούν όσα περισσότερα υλικάαγαθά μπορούσαν. Εξαιτίας αυτής της κατάστασης προέκυψε και η λαϊκή ρήση«έχει να φάει από τις εκλογές». Ενδιαφέρον όμως έχει και η συμπεριφορά των νικητών των εκλογών έναντι των ηττημένων. Την περίοδο του εθνικού διχασμούοπότε ο φανατισμός ήταν ιδιαίτερα μεγάλος υπάρχουν μαρτυρίες για ακραίεςσυμπεριφορές κομματαρχών όπως να κρεμάσουν με τη βία κουδούνια στουςαντιπάλους τους διαπομπεύοντάς τους.

Αξίζει να αναφερθεί επίσης ο διαχωρισμός που προέκυψε στην περιοχή τηςΦωκίδας κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου. Τα φτωχά εδάφη που είχαν στηδιάθεσή τους οι κάτοικοι του νομού δεν ευνοούσαν την ανάπτυξη καλλιεργειώνκαι την αξιοποίησή τους. Αντιθέτως οι κερδισμένοι του νομού ήταν όσοιασχολήθηκαν με την κτηνοτροφία. Τον 19ο

αιώνα γεωργοί και κτηνοτρόφοιπροσπαθούσαν πέρα από το να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες σε τρόφιμα ναασχοληθούν με το εμπόριο. Μέχρι και τις αρχές του 20

ου οι οικονομικές διαφορέςτων δύο ομάδων ήταν μικρές. Στον Μεσοπόλεμο όμως τα κτηνοτροφικά προϊόντατης Φωκίδας απέκτησαν ζήτηση, ενώ τα γεωργικά έμειναν στη σκιά άλλωνπροϊόντων καλύτερης ποιότητας από άλλες περιοχές της Ελλάδας. Οικτηνοτρόφοι μπόρεσαν έτσι να γίνουν πουλήσουν το γάλα και το κρέας τωναιγοπροβάτων τους ακόμη και στην Αθήνα, εξασφαλίζοντας πολύ περισσότερααπό όσα εξασφάλιζαν οι γεωργοί. Έτσι η άποψη που θα επικρατήσει μέχρι και τηνμεταπολεμική περίοδο θα είναι ότι: ευκατάστατος οικονομικά είναι εκείνος πουδιαθέτει τα περισσότερα αμνοερίφια.


Βλέποντας την λειτουργία της κοινωνίας της περιοχής κατά την περίοδο εκείνημπορούμε να σχηματίσουμε μία σχεδόν ολοκληρωμένη εικόνα του νομού σταμέσα του 19ουαιώνα. Η μόνη πτυχή που απομένει να εξετάσουμε και εξελίχθηκε,αν και σε μικρότερο βαθμό από την περιοχή της Φθιώτιδας, και στη Φωκίδα είναιη επίδραση της ληστείας στον χώρο και την κοινωνία.

III. Η ΛΗΣΤΕΙΑ

Οι ληστείες την εποχή του 1855 στην Στερεά Ελλάδα ήταν ένα σύνηθες καικαθημερινό φαινόμενο. Στην περιοχή της Φωκίδας και ιδιαίτερα στα ορεινά τηςεπαρχίας Παρνασσίδας οι ληστές επιτίθονταν σε κτηνοτρόφους στοχεύοντας στηνεκμετάλλευση του κρέατος των αιγοπροβάτων τους, για να μπορέσουν οι ίδιοι ναεπιβιώσουν. Σε καμία περίπτωση οι ληστές δεν έκλεψαν αρνιά και πρόβατα για ναγίνουν βοσκοί. Αν χρειάζονταν κάποια προϊόντα, τα οποία χρειάζοντανδιαδικασία για να παραχθούν φρόντιζαν μετά από έρευνα να επιτεθούν σε βοσκόπου είχε στη κατοχή του τυρί και άλλα γαλακτοκομικά προϊόντα. Για ναικανοποιήσουν τον σκοπό αυτό οι ληστές σύμφωνα με μαρτυρίες έφταναν έως καιτα παράλια του Κορινθιακού κόλπου, αφού επιτέθηκαν σε έναν από τουςλιγοστούς βοσκούς του Γαλαξιδίου τη δεκαετία του 1850.

Για την τοπική κοινωνία όμως που δεν είχε πληγεί η ίδια από ληστές παράμόνο άκουγε για τις επιθέσεις τους, οι ληστεία φάνταζε ως μία ηρωική ασχολία.Υπήρχαν ακόμα κλέφτες που αναπολώντας την ηρωική ζωή της Τουρκοκρατίαςσυνέχιζαν πλέον ως ζωοκλέφτες. Ενδιαφέρον έχει ένα περιστατικό στο οποίο οτοπικός βουλευτής συνειδητοποιεί πως οι ψηφοφόροι του γνωρίζουν περισσότεροτον τοπικό κατσικοκλέφτη παρά τον αντιπρόσωπό τους στη Βουλή των Ελλήνων.Ο ληστής έχαιρε εκτίμησης και σεβασμού από την κοινωνία, ενώ ηπροσωπικότητα του πολιτικού αγνοούνταν.

Μπορούμε να υποστηρίξουμε πως το παραπάνω συμβάν έχει μία δόσηλογικής. Σε μία περίοδο που η πλειονότητα των κατοίκων ήταν αναλφάβητη και ηπολιτική τους ενδιέφερε πολύ λίγο αν όχι καθόλου, είναι λογικό να ενδιαφέρονταιγια αυτό που συνταράσσει την καθημερινή ζωή των ανθρώπων της περιοχής. Άραδεν θα πρέπει να μας εκπλήξει το παραπάνω γεγονός αλλά να μας βοηθήσει νακατανοήσουμε τις πραγματικές προτεραιότητες των ανθρώπων της επαρχίας στοελληνικό κράτος του 19ου αιώνα.Παρόλο όμως τον σεβασμό της τοπικής κοινωνίας οι ληστές αποτελούσαν ένασοβαρό κοινωνικό και οικονομικό πρόβλημα της εποχής. Για αυτό οι τοπικοίπολιτικοί τέσσερις στον αριθμό, μεταξύ τους ο Λιδωρίκης, καταγόμενος από τηνομώνυμη πόλη της Δωρίδας, θα κάνουν ορισμένες προτάσεις για τηναντιμετώπιση της ληστείας. Αρχικά θα προτείνουν να γίνει καταγραφή όλων τωνκατοίκων στα δημοτολόγια και να κατέχουν υποχρεωτικά διαβατήρια όσοιταξιδεύουν εκτός του ορίου των δήμων που διαμένουν. Ένα άλλο μέτρο θα είναιτο να καταστήσουν τους δήμους υπεύθυνους για την αποζημίωση των θυμάτων.Παράλληλα ένα ακόμα προτεινόμενο μέτρο ήταν η καταγραφή από τουςχωροφύλακες ανθρώπων με ύποπτη συμπεριφορά. Επιπλέον, προτάθηκεκατάσχεση της περιουσίας των ληστών όσων τουλάχιστον από αυτούς διέθετανκαι η εκδίκαση των υποθέσεων ληστείας από τα στρατοδικεία με συνοπτικέςδιαδικασίες και βαριές ποινές. Τέλος δύο μέτρα που αφορούσαν την μετακίνηση


πληθυσμών ήταν ο υποχρεωτικός συνοικισμός των νομάδων κτηνοτρόφων σεσυνδυασμό με τη διάλυση των τσελιγκάτων της Στερεάς Ελλάδας και ημετακίνηση μικρών ορεινών οικισμών σε πεδινές εύκολα προσβάσιμες από τουςχωροφύλακες περιοχές.

Ιδιαίτερη εντύπωση όμως μας κάνει η άνιση κατανομή των αποσπασμάτωνστρατού και χωροφυλακής για την αντιμετώπιση των ληστών ανάμεσα στηνεπαρχία της Δωρίδας και την επαρχία της Παρνασσίδας. Παρότι η Δωρίδαπερισσότερο ορεινή, εύκολη ως προς την πρόσβαση των κλεφτών διέθετεαπόσπασμα μόλις 30 ατόμων ενώ η Παρνασσίδα είχε υπερτετραπλάσιο αριθμόστρατιωτών και χωροφυλάκων (125).
Τη άποψη για περιορισμένη δράση τωνληστών στη Δωρίδα πέρα από την ύπαρξη αποσπάσματος μικρής δύναμηςενισχύει και η μικρή αναφορά των πηγών για την ληστρική δράση στην επαρχία.Κλείνοντας αξίζει να αναφερθούμε σε μία απάντηση του ΥπουργείουΕσωτερικών προς το Στέμμα σχετικά με τους λόγους για τους οποίους κάποιοικάτοικοι γίνονται ληστές. Το υπουργείο υποστηρίζει πως ληστές κατά κύριογίνονταν όποιοι ήθελαν να αποκτήσουν εύκολα υλικά αγαθά. Κάποιοι άλλοι λόγοιήταν τα κινήματα του 1854 και η ένδεια των κατοίκων της υπαίθρου, η φυγοδικίαγια άλλου τύπου παρανομίες, η νεανική απερισκεψία, η στρατολογία αό τουςίδιους τους ληστές, η παρακίνηση από άλλους χωρίς ιδιαίτερο λόγο, ο φόβος τηςαπειλής από τους ληστές, η συγγένεια με τους εγκληματίες, η μέθη (μάλλον ωςπαράγοντας ευκολότερης στρατολόγησης), η εκδίκηση ατομικών παθών, ηλιποταξία, η εκδίκηση ληστών διαφορετικών συμμοριών και οι ενδοοικογενειακέςδιαιρέσεις και διαξιφισμοί

Οι ληστές αντιμετωπίστηκαν συστηματικά και αφανίστηκαν στα μέσα τηςδεκαετίας ου 1850. Το 1858 ο Υπουργός Εσωτερικών είχε δηλώσει πως οι εξοντώσειςληστών την τετραετία 1854-1858 είχαν ανέλθει στον αριθμό των τετρακοσίωνενενήντα τριών. Έτσι στο τέλος του 1858 οι ληστές είχαν περιοριστεί σε περίπου 50συνολικά. Μία έξαρση παρουσιάζεται στη δεκαετία του 1870 οπότε οι ληστέςτετραπλασιάζονται και φτάνουν τον αριθμό των διακοσίων. Όμως μετά τηναπελευθέρωση της Θεσσαλίας το 1881, το πρόβλημα αυτό θα μεταφερθεί βορειότεραστα νέα σύνορα του ελληνικού κράτους και η περιοχή που εξετάζουμε θα απαλλαγείσε μεγάλο βαθμό από το πρόβλημα που την ταλάνιζε μέχρι τότε.


ΕΠΙΛΟΓΟΣ-ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Περιπλανώμενοι σε μία περιοχή που λίγοι θέλησαν να εξετάσουν και μελετώνταςμία εποχή που ακόμα και για τους τοπικούς ιστορικούς είναι είτε μυθοποιημένη είναιανάξια αναφοράς είδαμε μία διαφορετική εικόνα της ελληνικής περιφέρειας καιιδιαίτερα των περιοχών της Φθιώτιδας και της Φωκίδας από αυτήν που συναντάμεσήμερα ή από αυτήν που μας έχει διατηρηθεί στην ιστορική μας μνήμη. Είναιαναγκαίο μερικές φορές να κάνουμε αναδρομές στο χρόνο για να καταλάβουμε τηνεξέλιξη των πραγμάτων και τους παράγοντες που επέδρασαν στην διαμόρφωση τηςκατάστασης όπως ήταν.

Παναγιώτης Τσιώνης,

Ο νομός Φθιώτιδας: προβλήματα-δυνατότητες-προοπτικές,

Αθήνα: εκδόσειςΠαναγιώτη Τσιώνη, 1983, 144-145.

Κώστας Παπαχρίστος,

«Ελλάδα»-Σπερχειός ποταμός, Συμβολή στην Ιστορική Γεωγραφία της Φθιώτιδα,

Αθήνα, Αλέα, 1997, 94

Gaston Deschamps,


Δημήτριος Παλούκης,

Γ. Γρυπάρης: Πέρασμα σύντομο και επεισοδιακό,

Η Ελλάδα σήμερα: οδοιπορικό 1890-ο κόσμος του Χαρίλαου Τρικούπη,

Αθήνα,Τροχαλία, 1992, 294.

Γεώργιος Καψάλης,

Στη Φωκίδα του 1851:άνθρωποι, λίμνες, μετάξια, μπαμπάκια,

Αθήνα, 1974, 41.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Τείχος Υπάτης