Ο κούρος

Ο κούρος, δηλαδή το κούρεμα των προβάτων, είναι μία σκληρή εργασία γιατί το μαλλί των προβάτων όπως άλλωστε και των κατσικιών είναι ποτισμένο με λίπος (σαργιά) έτσι ώστε το ψαλίδι, που είναι το βασικό εργαλείο να μην μπορεί εύκολα να εισχωρήσει στα μαλλιά. Για να κουρέψει κάποιος τα ζώα πρέπει να ξέρει την τεχνική και φυσικά να έχει σωματική δύναμη.
Ο χρόνος του κούρου είναι συγκεκριμένος: τέλη Μαρτίου ή αρχές Απριλίου κουλουκρίζουν ή κωλοκουρεύουν τα πρόβατα, κουρεύουν δηλαδή τους μηρούς, το στήθος και την κοιλιά των ζώων. Το μαλλί αυτό είναι κοντόϊνο και κατώτερης ποιότητας και ονομάζεται κουλόκρα ή κοιλόμαλλο. Με αυτό τον τρόπο ανακουφίζουν το ζώο από την ζέστη και τα παράσιτα αφαιρώντας το πυκνό του τρίχωμα. Το καλό μαλλί βγαίνει από τον τακτικό κούρο που γίνεται το Μάιο. Τα μαλλιά αυτά είναι μακρόινα και λέγονται μαΐσια. Από αυτά βγαίνει η σούμα ή λαγάρα. Η φροντίδα του κοπαδιού και η όσο το δυνατόν καλύτερη διατήρησή του, όπως και ο κούρος ήταν κατεξοχήν αντρική δουλειά.
το γνέσιμο, διαδικασία με την οποία το μαλλί μετατρέπεται σε νήμα. Για το γνέσιμο χρησιμοποιείται η ρόκα η οποία στερεώνεται στον γοφό της γνέστρας ή κάτω από την μασχάλη. Εκτός της ρόκας απαντάται και το τσικρίκι. Το τσικρίκι είναι ένα ξύλινο εργαλείο η χρήση του οποίου γενικεύθηκε τον 19ο αιώνα και αντικατέστησε τον οριζόντιο τρόπο γνεσίματος της ρόκας. Πρόκειται για απλή μορφή κυλίνδρου με αύλακα όπου τυλίγεται το διασταυρωμένο νήμα.
Η γυναίκα που γνέθει τραβά λίγες ίνες μαλλιού, το στρίβει με τα δάκτυλα της και δένει την άκρη αυτού στο αδράχτι, κάνοντας μία θηλιά στο επάνω μέρος του αδραχτιού όπου υπάρχει η κόκα. Στρίβοντας το αδράχτι σαν σβούρα από αριστερά προς τα δεξιά, όταν το αδράχτι γεμίσει τόσο ώστε να δυσκολεύεται στο γύρισμά του, βγάζουν την θηλιά από την κόκα, το γνεσμένο νήμα τυλίγεται στο αδράχτι και ξανακάνουν τη θηλιά. Το μαλλί γνέθεται δεξιόστροφα και ονομάζεται δεξί ή Ζ.
Για τα κοντότριχα μαλλιά χρησιμοποιείται η δρούγα, την οποία κρατά η γνέστρα στο χέρι και στρίβοντας την από δεξιά προς τα δεξιά. Το διάστημα που φτάνει το χέρι σε ένα άπλωμα λέγεται απλωσιά. Μετά από κάθε απλωσιά το νήμα μαζεύεται στην δρούγα. Το μαλλί γνέθεται αριστερόστροφα και ονομάζεται αριστερό ή S.
Κατά την ύφανση χρησιμοποιούνται νήματα με διαφορετικό στρίψιμο στο στημόνι και στο υφάδι γιατί με αυτό τον τρόπο το υφαντό φουσκώνει, γίνεται πιο ανθεκτικό και πιο αφράτο.
Ένας ακόμη τρόπος γνεσίματος είναι με την σβίγα. Το μαλλί δένεται στην ρίζα της ατράκτου της σβίγας ή στον πλάνο. Η τουλούπα του μαλλιού τοποθετείται στην ποδιά της κλώστρας. Το μαλλί δένεται στην αρχή με θηλιά στην άτρακτο. Με το δεξί χέρι γίνεται το γύρισμα του στροφάλου ενώ με το αριστερό ελέγχεται το τάισμα του νήματος που στρίβεται οριζόντια. Με την σβίγα μπορούν να στριφθούν και δύο νήματα μαζί.
Νήματα φυτικής προέλευσης
Βαμβάκι: το βαμβάκι είναι το πιο συνηθισμένο νήμα φυτικής προέλευσης. Η καλλιέργεια, η συγκομιδή και η κατεργασία του βαμβακιού γινόταν στο χέρι.


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ονειροκρίτης